Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Ο Μακεδονικός Αγώνας (μέρος 1ο) : Τα πρόδρομα γεγονότα (1870-1893)


     Κατά τις δεκαετίες του 1830-40 ρώσοι επιστήμονες άρχισαν να διατυπώνουν μια σειρά από θεωρίες και απόψεις που χαρακτηρίζονται από έντονη εθνικιστική φιλολογία, μια κίνηση γνωστή αργότερα ως Πανσλαβισμός. Στόχος της η ενότητα και εξύψωση των σλαβικών λαών που εξαπλώνονταν στο μεγαλύτερο τμήμα της Ανατολικής Ευρώπης, με προεξάρχοντες του Ρώσους. Σύντομα, αυτές οι θεωρίες βρήκαν απήχηση σε επιστήμονες της Δύσης και κυρίως στην Καθολική Εκκλησία, η οποία προσπαθούσε να εξυπηρετήσει δικούς της στόχους εις βάρος της Ορθοδοξίας. Οι μόνιμες ιμπεριαλιστικές βλέψεις της Ρωσίας νότια βρήκαν το ιδεολογικό τους υπόβαθρο και πλέον στρέφονταν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο όνομα της προστασίας των χριστιανικών λαών στο εσωτερικό της. Το 1853-56 διαδραματίστηκε ο 11ος κατά σειρά Ρωσοτουρκικός Πόλεμος, γνωστός ως Κριμαϊκός Πόλεμος καθώς οι περισσότερες μάχες έγιναν στην χερσόνησο της Κριμαίας. Σύμμαχοι της Τουρκίας ήταν η Αγγλία, η Γαλλία και το Βασίλειο της Σαρδηνίας, που προωθούσαν με ανάλογο τρόπο τη δική τους παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και εναντιώνονταν στις ρώσικες βλέψεις. Ο πόλεμος έληξε με νίκη των συμμάχων, αλλά ο Σουλτάνος υποχρεώθηκε να παραχωρήσει διάφορα προνόμια στους υπόδουλους χριστιανούς της Αυτοκρατορίας με το Διάταγμα Χάττι Χουμαγιούν (1856). Έκτοτε, η Ρωσία επιδίωξε με έντονο ζήλο την εθνικιστική αφύπνιση των νότιων σλαβικών φύλων και ιδιαίτερα της Βουλγαρίας, που είχε ατονήσει μετά από τόσους αιώνες Τουρκοκρατίας. Βούλγαροι επιστήμονες στέλνονταν για σπουδές στην Αγία Πετρούπολη και επέστρεφαν ώστε να εξαπλώσουν τον σλαβικό εθνοφυλετισμό. Έτσι, το εθνικό συναίσθημα των Βουλγάρων γρήγορα άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις και στρεφόταν, εκτός των Τούρκων, εναντίον του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. 

Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

Οι επιδρομές των Νορμανδών και η περίοδος της Λατινοκρατίας


Νορμανδοί ιππότες σε επιχρωματισμένη εικόνα.
Αντίγραφο από λιθογραφία του 11ου αι.
    Βρισκόμαστε στα τέλη του 11ου αι. και στο Βυζαντινό Κράτος επικρατεί μια σχετικά ειρηνική περίοδος μετά τις επιτυχείς πολεμικές επιχειρήσεις του Βασιλείου Β’ Βουλγαροκτόνου εναντίον των Βουλγάρων. Η ίδια η πόλη της Καστοριάς δέχτηκε το προηγούμενο διάστημα αλλεπάλληλες επιθέσεις μέχρι την εδραίωση της βυζαντινής κυριαρχίας το 1018 και την επίσημη ανακήρυξή της σε ανεξάρτητο στρατιωτικό Θέμα.  Οι Βούλγαροι είχαν αποσυρθεί βορειότερα και επιχειρούσαν περιοδικές ανεπιτυχείς επιδρομές, ενώ η βυζαντινή εξουσία είχε περάσει από τα χέρια των Μακεδόνων στους Κομηνούς και τους Δουκάδες. Τελικώς, δεν θα διαρκέσει αρκετά αυτή η ειρηνική περίοδος στην περιοχή, καθώς ήδη είχαν εμφανιστεί οι Νορμανδοί του Ροβέρτου Γουϊσκάρδου στα δυτικά εδάφη της Αυτοκρατορίας. Οι Νορμανδοί ήταν ένα Σκανδιναβικό φύλο Βίκινγκ, που περιπλανώμενοι εγκαταστάθηκαν στις βόρειες ακτές της Γαλλίας και την Αγγλία, όπου εκχριστιανίστηκαν. Πάλι περιπλανώμενοι, βρέθηκαν στην Νότια Ιταλία και τη Σικελία, κατακτώντας βυζαντινά εδάφη[1]. Εκεί, εγκαθίδρυσαν κράτος και επιχείρησαν διαδοχικές επιδρομές προς την Ήπειρο, τα νησιά του Ιονίου, τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία. Αρχικά, ο Γουϊσκάρδος με τον στόλο του κατέπλευσε στον Αυλώνα και μετά στο Δυρράχιο, όπου με τη βοήθεια του κρατιδίου της Ραγούσας, νίκησε την βυζαντινή άμυνα του νέου αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού. Εκεί, είχε εγκατασταθεί ο εξόριστος στρατηγός Νικηφόρος Βρυέννιος ο πρεσβύτερος, που αυτομόλησε συντασσόμενος με τους Νορμανδούς[2].

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Η εκπαίδευση κατά την Τουρκοκρατία (μέρος 2ο) : Τα αλλόγλωσσα σχολεία


     Μουσουλμανικά σχολεία
     Η πλειοψηφία των Μουσουλμάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε γενικές γραμμές δεν φημίζεται για την εκπαιδευτική της παράδοση, ούτε για το ενδιαφέρον της να στραφεί στην επιστήμη. Οι Τούρκοι προτιμούσαν περισσότερο να καλλιεργούν τα εκτεταμένα τσιφλίκια τους, ενώ λιγότεροι να ασχολούνται με το εμπόριο. Έτσι, και στην Καστοριά οι Τούρκοι ασχολούνταν με τα κτήματα και το ψάρεμα στη λίμνη, μερικοί είχαν καταστήματα στην Κάτω Αγορά της πόλης, ενώ η ολιγομελής ελίτ των εγγράμματων βρισκόταν σε διοικητικά ή θρησκευτικά πόστα. Το παραπάνω, καθώς και η μειοψηφία των Μουσουλμάνων στον Καζά Καστοριάς, εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι οι αναφορές για τα μουσουλμανικά σχολεία της περιοχής είναι αισθητά λιγότερες από αυτές για τα ελληνικά.

Καστοριά
Η Αστική Σχολή του Οσμάν Χότζα στην περιοχή
του Κουρσούμ Τζαμί
     Ως πρώτο μουσουλμανικό εκπαιδευτήριο της πόλης πρέπει να θεωρούμε τον Μενδρεσέ του Αχμέτ Πασά στην περιοχή της πύλης, στο τούρκικο τμήμα, που περιγράφουμε σε παλαιότερο άρθρο. Ένας δεύτερος μικρότερος Μενδρεσές βρισκόταν δίπλα ακριβώς από το Ταμπάχανέ Τζαμί στη Νότια Παραλία. Αυτά τα δύο κτίρια αποτελούν τα πρόδρομα τούρκικα σχολεία της πόλης με θρησκευτικό προσανατολισμό, που προετοίμαζαν το μελλοντικό μουσουλμανικό ιερατείο και διοίκηση. Στην συνέχεια, τη δεκαετία του 1840 ιδρύεται το πρώτο τούρκικο κοινοτικό σχολείο δίπλα στο Κουρσούμ Τζαμί, στο σημερινό ΙΚΑ της πόλης. Είναι η Αστική Σχολή του Οσμάν Χότζα και αποτελεί το αντίστοιχο του σημερινού Δημοτικού Σχολείου. Οι μαθητές τα πρώτα 2-3 έτη μάθαιναν να συλλαβίζουν λέξεις χωρίς κάποιο εγχειρίδιο, ενώ τα επόμενα χρησιμοποιούσαν διάφορα βιβλία όπως το Ταμπαρικέ με τελευταίο το Κοράνι[1].
Back to Top